Πού οφείλεται η αντίσταση στην ινσουλίνη;
Η αντίσταση στην ινσουλίνη η οποία εμφανίζεται ως επίδραση γενετικών, αλλά και
περιβαλλοντολογικών παραγόντων, συνδέεται ισχυρά με την παχυσαρκία. Θεωρείται από
πολλούς το πρωταρχικό βήμα για την ανάπτυξη Σακχαρώδη διαβήτη Τύπου ΙΙ,
καρδιαγγειακών προβλημάτων και συναφών καταστάσεων.
Ο όρος ινσουλινοαντίσταση χρησιμοποιείται για να περιγράψει την
«αντίσταση» των κυττάρων του οργανισμού στη δράση της ινσουλίνης. Της
ορμόνης δηλαδή, που είναι υπεύθυνη για την αποτελεσματική ρύθμιση των
επιπέδων σακχάρου στο αίμα.
Η εν λόγω κατάσταση αποτελεί μια συχνή μεταβολική διαταραχή, η οποία
δρα σιωπηλά, «αναγκάζοντας» το πάγκρεας να παράγει και να εκκρίνει
περισσότερη ινσουλίνη, γεγονός που προοδευτικά μπορεί να οδηγήσει σε
ανάπτυξη Διαβήτη τύπου 2.
Η ινσουλινοαντίσταση μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Μεταξύ
αυτών, ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμβολή του αυξημένου σωματικού
βάρους -και ιδιαίτερα της κεντρικού-τύπου παχυσαρκίας- και της σωματικής
αδράνειας, που αποτελούν βασικούς παράγοντες κινδύνου. Επιπλέον, στα
αίτια εμφάνισης του προβλήματος συγκαταλέγονται και οι «ανθυγιεινές»
διατροφικές συνήθειες, το κάπνισμα, οι διαταραχές του ύπνου και η ύπαρξη
πολυκυστικών ωοθηκών.
Ποιες είναι οι μορφές της ινσουλινοαντίστασης;
Η ινσουλινοαντίσταση περιλαμβάνει τρεις μορφές: την περιφερική, που παρατηρείται
ελαττωμένη πρόσληψη γλυκόζης από σκελετικούς μύες, την ηπατική, όπου έχουμε
ελαττωμένη αναστολή της παραγωγής γλυκόζης από το ήπαρ και οποία σχετίζεται με
αυξημένη γλυκόζη στο αίμα και την κυτταρική, που χαρακτηρίζεται από την ενδοκυττάρια
ελάττωση της ινσουλίνης.
Πως μετράμε την αντίσταση στην ινσουλίνη;
Υπάρχουν διάφορες τεχνικές με τις οποίες μπορούμε να ανιχνεύσουμε την
ινσουλινοαντίσταση, οι πιο γνωστές είναι η ευγλυκαιμική υπερινσουλιναιμική καμπύλη και
ένα μαθηματικό μοντέλο εκτίμησης της ευαισθησίας της ινσουλίνης, που υπολογίζεται από
απλές μετρήσεις γλυκόζης και ινσουλίνης νηστείας και ονομάζεται HOMA.
Ποια είναι τα αίτια της ινσουλινοαντίστασης;
Γενετικοί παράγοντες
Τα αίτια της ινσουλινοαντίστασης μπορεί να είναι γενετικά, με μεταλλάξεις γονιδίων, λόγω
αντισωμάτων ή αύξησης ορμονών αλλά και περιβαλλοντικά συνδυασμένα με την εμφάνιση
χρόνιων νοσημάτων όπως παχυσαρκία, διαβήτη, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, νεφρική
νόσο και καρκίνο.
Η παχυσαρκία και ειδικότερα η κεντρικού τύπου παχυσαρκία με συσσωρευμένο λίπος
σπλαχνικά γύρω από την κοιλιά θεωρείται μια από τις πιο συχνές αιτίες εμφάνισης της
αντίστασης στην ινσουλίνη. Η φλεγμονή που δημιουργείται λόγω του κοιλιακού λίπους
επηρεάζει την ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου και του διαβήτη τύπου 2.
Περιβαλλοντικοί παράγοντες
Οι διατροφικές συνήθειες, το κάπνισμα, οι διαταραχές ύπνου και η μειωμένη φυσική
δραστηριότητα είναι κάποιοι περιβαλλοντικοί τροποποιήσιμοι παράγοντες που επηρεάζουν
την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
Ποια είναι τα συχνότερα συμπτώματα;
Τα συχνότερα συμπτώματα είναι υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα, κεντρικού τύπου
παχυσαρκία με συσσώρευση λίπους γύρω από την περιοχή της κοιλιάς, δυσκολία στην
απώλεια βάρους, κούραση, υπνηλία, έλλειψη συγκέντρωσης, αυξημένα επίπεδα
τριγλυκεριδίων, αυξημένη αρτηριακή πίεση.
Ινσουλινοαντίσταση και προδιαβήτης
Η ινσουλινοαντίσταση αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, εφόσον ο
προδιαβήτης εμφανίζεται σε άτομα που έχουν ήδη αντίσταση στην ινσουλίνη. Οι έρευνες
δείχνουν ότι αν τα άτομα με προδιαβήτη δεν αλλάξουν τις υγιεινοδιατητικές τους συνήθειες,
θα εμφανίσουν διαβήτη μέσα στα επόμενα χρόνια. Για προδιαβήτη θα πρέπει να ελέγχονται
όλοι οι παχύσαρκοι, όσοι κάνουν καθιστική ζωή, έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, υψηλή
αρτηριακή πίεση, γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και όσοι νοσούν από
καρδιαγγειακή νόσο.
Η διατροφική αντιμετώπιση της αντίστασης στην ινσουλίνη
Η διατροφική αντιμετώπιση της αντίστασης στην ινσουλίνη βασίζεται στις αρχές μιας
ισορροπημένης διατροφής και στο πρότυπο της Μεσογειακής Πυραμίδας. Στις περιπτώσεις
που το άτομο με αντίσταση στην ινσουλίνη έχει επιπλέον βάρος, θα πρέπει να ακολουθήσει
ένα διαιτολόγιο με μειωμένες θερμίδες με σκοπό την απώλεια βάρους. Γενικότερα, καλό είναι
να υπάρχει μια κατανομή των θερμίδων στη διάρκεια της ημέρας σε 5-6 γεύματα, 3 κύρια και
2-3 ενδιάμεσα τύπου σνακ.
Υδατάνθρακες
Η διατροφή θα πρέπει να περιλαμβάνει σύνθετους υδατάνθρακες, όπως δημητριακά ολικής
αλέσεως, καστανό ρύζι, γλυκοπατάτα, όσπρια, φρούτα και λαχανικά. Θα πρέπει να
αποφεύγονται οι απλοί υδατάνθρακες καθώς και αυτοί με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη όπως η
ζάχαρη, τα αναψυκτικά, τα αρτοσκευάσματα και τα ζυμαρικά από λευκό αλεύρι καθώς και τα
πολύ ώριμα φρούτα.
Λαχανικά και φρούτα
Το καθημερινό διαιτολόγιο θα πρέπει να είναι πλούσιο σε λαχανικά και φρούτα, που
προσφέρουν αρκετές φυτικές ίνες και προκαλούν κορεσμό. Ακόμη, θα πρέπει να περιοριστεί
το κορεσμένο λίπος που υπάρχει στα ζωικά προϊόντα και να προτιμώνται γαλακτοκομικά με
χαμηλά λιπαρά, να αφαιρείται το ορατό λίπος και το δέρμα από το κρέας και τα ψάρια, και το
ελαιόλαδο να αποτελεί την κύρια πηγή λίπους.
Ω-3 λιπαρά
Επιπλέον, η αύξηση κατανάλωσης ω-3 λιπαρών οξέων που βρίσκονται στο ελαιόλαδο, τα
λιπαρά ψάρια, τα καρύδια και άλλες φυτικές πηγές λίπους με ταυτόχρονη μείωση των τρανς
λιπαρών, τα οποία υπάρχουν σε τηγανητά και επεξεργασμένα τρόφιμα, ενδεχομένως να
μειώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη. Στο παραπάνω έρχεται να προστεθεί και έρευνα από
την οποία προκύπτει ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D3 σχετίζονται με την εμφάνιση
αντίστασης στην ινσουλίνη, άρα θα πρέπει να καταναλώνουμε επαρκής ποσότητας μέσα από
λιπαρά τρόφιμα που την περιέχουν.
Άσκηση
Πολύ σημαντική θεωρείται η άσκηση, που βοηθάει στον καλύτερο έλεγχο της γλυκόζης και
στη μείωση της ινσουλινοαντίστασης. Ιδανικά, 30 λεπτά ήπιας αερόβιας άσκησης καθημερινά
θα βοηθήσει στην επίτευξη του στόχου. Η άσκηση μπορεί να είναι οποιαδήποτε μορφής και
όχι απαραίτητα ένα οργανωμένο άθλημα, για παράδειγμα μπορεί να είναι περπάτημα σε
έντονο ρυθμό, ποδήλατο, κολύμβηση, χορό, κηπουρική κτλ.
Φαρμακευτική αγωγή
ΙΙΙΑ) Μετφορμίνη
Η μετφορμίνη, κύριος εκπρόσωπος των διγουανιδίων, αποτελεί το πρώτο βήμα
στη θεραπευτική αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ.
Η δράση της έγκειται στην αύξηση της
ινσουλινοευαισθησίας των περιφερικών ιστώνμέσω ενεργοποίησης του
ενζύμου AMP κινάση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή της ηπατικής
νεογλυκογένεσης αφ’ ενός και τη διέγερση της πρόσληψης γλυκόζης από τους
μύες μέσω κινητοποίησης των μεταφορέων GLUT-4.
Η μετφορμίνη ενδείκνυται για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου ΙΙ καθ’ όλη τη
διάρκεια της φυσικής πορείας της νόσου και μπορεί να συγχορηγηθεί με άλλα
αντιδιαβητικά δισκία ή ινσουλίνη.
Μπορεί υπό προϋποθέσεις να χορηγηθεί σε ασθενείς με προδιαβήτη (IFG:
παθολογική γλυκόζη νηστείας ή IGT: διαταραγμένη ανοχή σε γλυκόζη) εφ’ όσον
ii) είναι παχύσαρκοι με δείκτη μάζας σώματος > 35 kg/m2, ii) έχουν ηλικία < 60
ετών ή iii) πρόκειται για γυναίκες που εμφάνισαν διαβήτη της κύησης.
Βιβλιογραφία:
Αντίσταση στην ινσουλίνη (Παθοφυσιολογία του Σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ)
από μετεκπαιδευτικό πρόγραμμά e-learning Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Σακχαρώδης
Διαβήτης : Από τη Θεωρία στην Πράξη
Η παθοφυσιολογία του σακχαρώδους διαβήτη τύπου ΙΙ. Μήτρου Π. από
Μυγδάλη Η.Ν. Στρατηγικές στο σακχαρώδη διαβήτη 2016 (33-53)
Παθογένεια της Μη Αλκοολικής Λιπώδους Νόσου Ήπατος (ΜΑΛΝΗ) και
συσχέτιση με σακχαρώδη διαβήτη. Ντουράκης Σ.Π.από ΠΜΣ Ιατρικής Σχολής
ΕΚΠΑ Σακχαρώδης διαβήτης και Παχυσαρκία
Comments